Παναθήναια

 ΤΑ ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΑ

  
 Η θεά Αθηνά, προστάτιδα της πόλης της Αθήνας, ήταν η αγαπημένη θεά των κατοίκων.
    Προς τιμήν της, οι Αθηναίοι οργάνωναν κάθε καλοκαίρι τα Μικρά Παναθήναια και κάθε τέσσερα χρόνια τα Μεγάλα Παναθήναια που διαρκούσαν δώδεκα μέρες. Ο εορτασμός των Μεγάλων Παναθηναίων ήταν λαμπρός και μεγαλοπρεπής. Γινόταν μεγάλη γιορτή με μουσικές και χορευτικές εκδηλώσεις, αθλητικούς αγώνες, αλλά και θρησκευτικές τελετές και θυσίες.
   Όλο το χρόνο, τέσσερις κοπέλες από καλές οικογένειες της Αθήνας, οι εργαστίνες, ύφαιναν το ιερό πέπλο. Το πέπλο αυτό ήταν κίτρινο και κεντημένο με σκηνές από τη Γιγαντομαχία. Έπειτα το πέπλο μεταφερόταν γύρω-γύρω στην πόλη πάνω σε ένα άρμα με μορφή καραβιού, το οποίο ακολουθούσε μία μεγαλοπρεπής, εορταστική πομπή.
    Τα Μεγάλα Παναθήναια κρατούσαν δώδεκα ημέρες. Όλος ο κόσμος ξεσηκωνόταν. Άνδρες και γυναίκες από την Αθήνα, αλλά και από άλλα μέρη της Ελλάδας, έρχονταν να τιμήσουν τη θεά Αθηνά και να πάρουν μέρος στη γιορτή. Κατά τη διάρκεια των δώδεκα αυτών ημερών, γίνονταν αθλητικοί αγώνες, όπως αγώνες δρόμου, πυγμαχία, πένταθλο, πάλη, αρματοδρομίες, ιπποδρομίες, ακοντισμός. Γίνονταν επίσης και μουσικές εκδηλώσεις, στο περίφημο Ωδείο, που είχε χτίσει ο Περικλής. Σε όλες αυτές τις εκδηλώσεις προσφέρονταν πλούσια έπαθλα, όπως χρήματα, τρόφιμα, στεφάνια από κλαδιά ελιάς στολισμένα με χρυσάφι.
    Η πιο σπουδαία μέρα απ' όλες ήταν η τελευταία, γιατί τότε γινόταν η μεγάλη πομπή του ιερού πέπλου προς την Ακρόπολη. Η πομπή ξεκινούσε από το Δίπυλο -κοντά στον Κεραμεικό, τη γειτονιά των αγγειοπλαστών- και προχωρώντας μέσα από την Αγορά έφτανε στους πρόποδες της Ακρόπολης. Εκεί, οι εργαστίνες κατέβαζαν το πέπλο από το "καράβι" και το έδιναν με σεβασμό στους ιερείς, που θα στόλιζαν μ' αυτό το ιερό, ξύλινο ξόανο της θεάς Αθηνάς. Η παράδοση του ιερού πέπλου συνοδευόταν από θυσίες και προσευχές στο βωμό της Αθηνάς, όπου βρισκόταν, παλιά, ο αρχαίος ναός της.
    Μετά τις θυσίες, το κρέας που είχε απομείνει, μεταφερόταν στην περιοχή του Κεραμεικού, όπου οι πολίτες είχαν μαζευτεί, περιμένοντας να πάρουν τη μερίδα τους από το γιορτινό τραπέζι. Κι αυτό γιατί οι πιο πολλοί πολίτες δεν μπορούσαν να πάρουν μέρος στην πομπή και στις θυσίες. Έτσι, ήταν κι αυτός ένας τρόπος να γιορτάσουν όλοι τα Παναθήναια.

Μεταφορά του πέπλου




Η πομπή φτάνει στην Ακρόπολη


Να πώς περιγράφει  ένας πολίτης της αρχαϊκής Αθήνας τα 

Παναθήναια 


    Ξημέρωσε η μεγάλη μέρα.
    Τα Παναθήναια άρχισαν από το πρωί με αγώνες ιππικούς, κοντά στον Ιλισό. Οι πλουσιότεροι Αθηναίοι είχαν στείλει εκεί τα καλύτερα άλογά τους. Τα οδηγούσαν οι γιοι τους, αν ήταν έφηβοι. Με πόση χάρη καβαλίκεψαν οι όμορφοι νέοι τα περήφανα άλογά τους! Και πόσο εύκολα τα οδηγούσαν, γιατί ήταν έξυπνα και καταλάβαιναν μ' ευκολία τι θέλει ο καβαλάρης τους. Ανυπομονούσαν να παραβγούν στο τρέξιμο. Κρατούσαν τα κεφάλια τους ψηλά, τα μάτια τους έβγαζαν φλόγες. Με αυτιά ολόρθα στέκονταν στη σειρά και περίμεναν ν' ακούσουν τη σάλπιγγα για να ορμήσουν.
    Ύστερα από τους ιππικούς αγώνες, άρχισαν τ' άλλα αγωνίσματα, το πάλεμα, το τρέξιμο, το πήδημα, ο δίσκος, το κοντάρι. Ένα όμορφο στεφάνι, καμωμένο με κλαδιά από την ιερή ελιά της Αθήνας, κι ένα θαυμάσιο πήλινο αγγείο με λάδι από την ίδια ελιά ήταν το βραβείο της νίκης μας. 
   Ύστερα άρχισαν οι μουσικοί αγώνες στο Ωδείο, κάτω από την Ακρόπολη. Το πιο ωραίο μέρος στη μεγάλη αυτή γιορτή ήταν η πομπή. Χιλιάδες κόσμος ξεκινούσε από τον Κεραμικό, να φέρει ως την Ακρόπολη το νέο πέπλο της θεάς. Το πέπλο αυτόν τον είχαν υφάνει τα καλύτερα κορίτσια της Αθήνας και είχαν κεντήσει απάνω με τέχνη μεγάλα κατορθώματα της θεάς.
     Εμπρός εμπρός στην πομπή ήταν πολλές σειρές κορίτσια από τις πιο αριστοκρατικές οικογένειες. Ήταν ντυμένα όμορφα και φορούσαν στεφάνια από κρίνους στα κεφάλια τους. Με τ' άσπρα τους χέρια βαστούσαν στο κεφάλι τους από ένα πανεράκι, που είχε μέσα όσα χρειάζονταν για τη θυσία.
     Έπειτα έρχονταν άλλες σειρές κορίτσια, που οι γονείς τους δεν ήταν ντόπιοι Αθηναίοι. Αυτά κρατούσαν τα καπέλα και τις ομπρέλες των Αθηναίων παρθένων που πήγαιναν μπροστά τους.
     Πίσω από τα κορίτσια ακολουθούσαν γέροι σοβαροί, που οι άσπρες γενειάδες τους κυμάτιζαν απάνω στους καθαρούς χιτώνες τους. Φορούσαν στο κεφάλι τους στεφάνι από άσπρα τριαντάφυλλα και είχαν στα χέρια τους κλωνάρια από ελιά.
     Έπειτα απ' αυτούς έρχονταν πολλές σειρές από ωραίους ανθοστολισμένους άντρες, ήταν όλοι ψηλοί, λεβέντες, και κρατούσαν λόγχες κι ασπίδες, σαν να πήγαιναν στον πόλεμο.         Πίσω απ' αυτούς ακολουθούσαν οι έφηβοι, παλικάρια δεκαοχτώ χρόνων, ντυμένοι πολύ όμορφα, άλλοι καβάλα σε ωραία άλογα κι άλλοι πεζοί.
    Τελευταία έρχονταν πολλές σειρές παιδιά, όλα καλοκαμωμένα, φορούσαν στενό χιτώνα και στο κεφάλι στεφάνι από τριαντάφυλλα.
    Ύστερα ήταν οι αντιπρόσωποι, που έστειλαν οι αποικίες επίτηδες για την πομπή. Κάθε συντροφιά έψελνε τον ύμνο στη θεά.
     Πίσω από τους ξένους ακολουθούσαν μουσικοί, που έπαιζαν κιθάρες και αυλούς, και ύστερα οι τραγουδιστές, που τραγουδούσαν με γλυκιά φωνή.
    Έπειτα απ' όλα αυτά, ερχόταν ένα παράξενο πλοίο, που το κουνούσαν ρόδες κρυμμένες. Στο κατάρτι του ήταν απλωμένος σαν πανί ο νέος πέπλος της θεάς. Η πομπή προχωρούσε στην Ακρόπολη σιγά σιγά και με μεγαλοπρέπεια. Στα πεζοδρόμια δεξιά κι αριστερά στέκονταν χιλιάδες κόσμος κι έραιναν με λουλούδια τον ιερό πέπλο της θεάς. Έτσι έφτασαν κάτω από την Ακρόπολη. Το ιερό πλοίο σταμάτησε και τον πέπλο της θεάς τον πήραν τα κορίτσια με μεγάλη ευλάβεια. Η πομπή ανέβηκε τότε στην Ακρόπολη. Οι ωραιότερες παρθένες μπήκαν στο ναό της Αθηνάς, τον Παρθενώνα, και πήγαν να κρεμάσουν τον πέπλο στο βωμό της θεάς. Ο άρχοντας της πολιτείας πήρε από τα χέρια των παρθένων τον ιερό πέπλο και τον πρόσφερε στη θεά.
     Το βράδυ πήγαν όλοι στη λαμπαδοδρομία των εφήβων. Ο πρώτος έφηβος άναψε τη λαμπάδα του από το βωμό και τρέχοντας έδωσε τη φλόγα στο δεύτερο, ο δεύτερος στον τρίτο κι έτσι ως το τέλος. Αλίμονο σ' όποιον άφηνε να τους σβήσει η φωτιά του, τον βγάζουν έξω από τη σειρά, και όλο το πλήθος τον κυνηγούσε με φωνές περιπαιχτικές. Η λαμπαδοδρομία ήταν από τις ωραιότερες διασκεδάσεις που μπορούσε κανείς να χαρεί στη ζωή του. 
     Η μεγάλη γιορτή της θεάς κρατούσε τέσσερις μέρες. Την τελευταία έσφαξαν χιλιάδες πρόβατα και βόδια, έστρωσαν μεγάλα τραπέζια μέσα σε δημόσιους κήπους κι όλος ο λαός έφαγε και ήπιε. Ύστερα άρχισαν οι μουσικές, τα τραγούδια και οι χοροί και κράτησαν ως το πρωί.
(πηγή: site: Παίζω και μαθαίνω)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου